|
ΤΑ ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
(21 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ)
Σήμερον τῆς εὐδοκίας Θεοῦ τό προοίμιον καί τῆς τῶν ἀνθρώπων σωτηρίας ἡ προκήρυξις. Ἐν Ναῷ τοῦ Θεοῦ τρανῶς ἡ Παρθένος δείκνυται καί τόν Χριστόν τοῖς πᾶσι προκαταγγέλλεται. Αὐτῇ καί ἡμεῖς μεγαλοφώνως βοήσωμεν· Χαῖρε τῆς οἰκονομίας τοῦ Κτίστου ἡ ἐκπλήρωσις
Απολυτίκιο
"Τίς αύτη η εκκύπτουσα ωσεί όρθρος, καλή ως σελήνη, εκλεκτή ως ο ήλιος, θάμβος ως τεταγμέναι; (ΣΤ΄10).
"Ως κρίνον εν μέσω ακανθών, ούτως η πλησίον μου ανά μέσον των θυγατέρων" (Β΄2).
"Ιδού ει καλή η πλησίον μου, ιδού ει καλή, οι οφθαλμοί σου περιστεραί" (Α΄15,Δ΄1).
Άσμα Ασμάτων
Η |
αγάπη και το ενδιαφέρον που έδειξαν οι άνθρωποι για την Παναγία μας φάνηκε από πολύ νωρίς. Από τους πρώτους χρόνους των Αποστολικών Πατέρων έχουμε μαρτυρίες πού δείχνουν την κεντρικότατη και εξέχουσα θέση της Θεοτόκου στην Εκκλησία. Οι Πατέρες του Δ΄ αιώνα διαμόρφωσαν την θεομητορική θεολογία και τον Ε΄ αιώνα η Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος έθεσε το θεμέλιο της ονομάζοντας την Παρθένο, Θεοτόκο. Από τον Ε’ μέχρι και τον Θ’ αιώνα καθιερώνονται οι Θεομητορικές εορτές. Εκεί οι Πατέρες μας προσφέρουν μεγάλο πλούτο ορθοδόξου θεολογίας για την Μητέρα του Θεού στις θεομητορικές τους ομιλίες. Τον ΙΔ΄ αιώνα ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο Όσιος Νικόλαος Καβάσιλας κ.α, προσθέτουν τον δικό τους θαυμασμό για το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Μία από τις κυριότερες και μεγαλύτερες Θεομητορικές εορτές του έτους είναι και τα «Εισόδια» της Θεοτόκου. Η Εκκλησία μας την τιμά στις 21 Νοεμβρίου, με ιδιαίτερη λαμπρότητα. Η σημασία της εορτής αυτής είναι μεγάλη και ιερή. Αποτελεί τήν βάση και την αρχή για όλη την μετέπειτα ζωή της Θεοτόκου
Πληροφορίες για το γεγονός αυτό μας δίνει η ιερά υμνογραφία και το Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου: «Καί ἐγένετο τριετής ἡ παῖς, καί εἶπεν Ἰωακείμ· Καλέσατε τάς θυγατέρας τῶν Ἑβραίων τάς ἀμιάντους καί λαβέτωσαν ἀνά λαμπάδα, καί ἔστωσαν καιόμεναι, ἵνα μή στραφῇ ἡ παῖς εἰς τά ὀπίσω καί αἰχμαλωτισθῇ ἡ καρδία αὐτῆς ἐκ ναοῦ Κυρίου. Καί ἐποίησαν οὕτως ἕως ἀνέβησαν ἐν τῷ ναῷ Κυρίου. Καί ἐδέξατο αὐτήν ὁ ἱερεύς, καί φιλήσας εὐλόγησεν αὐτήν καί εἶπεν· Ἐμεγάλυνεν Κύριος τό ὄνομά σου ἐν πάσαις ταῖς γενεαῖς· ἐπί σοί ἐπ᾽ ἐσχάτου τῶν ἡμερῶν φανερώσει Κύριος τό λύτρον (=λύτρωσιν) αὐτοῦ τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ. Καί ἐκάθισεν αὐτήν ἐπί τρίτου βαθμοῦ τοῦ θυσιαστηρίου, καί ἐπέβαλεν Κύριος ὁ Θεός χάριν ἐπ᾽ αὐτήν, καί κατεχόρευσεν τοῖς ποσίν αὐτοῖς, καί ἠγάπησεν αὐτήν πᾶς οἶκος Ἰσραήλ. Καί κατέβησαν οἱ γονεῖς αὐτῆς θαυμάζοντες καί αἰνοῦντες τόν δεσπότην Θεόν, ὅτι οὐκ ἐπεστράφη ἡ παῖς εἰς τά ὀπίσω. Ἦν δέ Μαρία ἐν τῷ ναῷ Κυρίου ὡς περιστερά νεμομένη, καί ἐλάμβανεν τροφήν ἐκ χειρός ἀγγέλου».
Η είσοδος της κυρίας Θεοτόκου στον νομικό (του Μωσαϊκού νόμου) Ναό, προξένησε στους Ορθοδόξους χριστιανούς θαυμαστή εορτή και παγκόσμιο, επειδή έγινε με παράδοξο τρόπο και είναι ένα προοίμιο του μεγίστου και φρικτού μυστηρίου της ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου, που επρόκειτο να γίνει στον κόσμο μέσω της Θεοτόκου. Έλαβε δε την αφορμή η εορτή των Εισοδίων από την εξής υπόθεση.
Η αγία Άννα, επειδή πέρασε όλη σχεδόν τη ζωή της χωρίς να γεννήσει παιδί, παρεκάλει τον Δεσπότη της φύσεως μαζί με τον άντρα της Ιωακείμ να τους χαρίσει παιδί και, αν πετύχουν το ποθούμενο, να το αφιερώσουν ευθύς στον Θεό. Έτσι, ευδόκησεν ο Θεός και γέννησε παραδόξως αυτήν που προξένησε τη σωτηρία του γένους των ανθρώπων, την καταλλαγή και συμφιλίωση του Θεού με τους ανθρώπους, την αιτία της αναπλάσεως του πεσόντος Αδάμ καθώς και της εγέρσεως και θεώσεώς του, δηλαδή την υπεραγία και δέσποινα Θεοτόκο Μαρία.
Όταν η νεογεννηθείσα έγινε τριών χρόνων, την πήραν οι γονείς της και την πρόσφεραν σαν σήμερα στον ναό, καθώς το είχαν υποσχεθεί, και αφιέρωσαν την κόρη τους στον Θεό, που τους την χάρισε. Την παραδίδουν στους Ιερείς και μάλιστα στον τότε Αρχιερέα Ζαχαρία, ο οποίος την πήρε και την έβαλε στον ιερότερο χώρο του ναού, όπου εισερχόταν μόνο ο Αρχιερέας μια φορά κάθε χρόνο. Αυτό το έκανε κατά τη θέληση του Θεού, που έμελλε μετά λίγο καιρό να γεννηθεί σαν άνθρωπός απ’ αυτήν για τη διόρθωση και τη σωτηρία του κόσμου.
Εκεί λοιπόν η Παρθένος διέμεινε δώδεκα χρόνια, όπου τρεφόταν από τον Αρχάγγέλο Γαβριήλ με ουράνια τροφή, ώσπου πλησίασε ο καιρός του θείου Ευαγγελισμού και των ουρανίων και υπερφυσικών μηνυμάτων, που προμηνούσαν ότι ο Θεός ευδόκησε να σαρκωθεί απ’ αυτήν σαν φιλάνθρωπος, για να αναπλάσει τον φθαρέντα από την αμαρτία κόσμο.
Η Θεοτόκος εξήλθε από τα άγια των αγίων του ναού δεκαπέντε ετών και δόθηκε στον μνήστορα Ιωσήφ, για να είναι αυτός προστάτης της και μάρτυς της παρθενίας της και για να υπηρετήσει: στον άσπορο τόκο της, στη φυγή στην Αίγυπτο και στην επάνοδό της απ’ εκεί στη γη Ισραήλ. Αφότου ο Ιωσήφ εμνηστεύθη την Παρθένο, πέρασαν τέσσερις μήνες και τότε έγινε ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. Το σε πολλούς φαινόμενον ως άτοπον να εισέλθει στα άγια των αγίων γυναίκα, έλυσε ο Ζαχαρίας με το να πει στο λαό ότι ο Θεός του γνώρισε πώς είναι θέλημα Του να μπει η Παρθένος εκεί και έτσι επείσθη ο λαός. Και αφού η Κυρία Θεοτόκος γέννησε τον Κύριο, ο Ζαχαρίας την συναρίθμησε σαν Παρθένο και μετά τον τόκο μαζί με τις άλλες παρθένες που ζούσαν σε ιδιαίτερο χώρο του ναού, γι’ αυτό και εφονεύθη, καθώς λέγει ο Μέγας Βασίλειος.
«Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ»
Ιερομ. ΜΑΞΙΜΟΥ
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς μη μπορώντας να κατατάξει τη Θεοτόκο είτε στην άκτιστη είτε στην κτιστή δημιουργία την αποκαλεί “σύνορο μεθόριον ακτίστου και κτιστού” «Χαῖρε κλίμαξ πού στηρίζεσαι στή γῆ καί φτάνεις στόν οὐρανό, μέσω τῆς ὁποίας ἔγινε ἡ κάθοδος πρός ἡμᾶς καί ἡ ἄνοδος πρός τούς οὐρανούς τοῦ Κυρίου, κατά τόν μεγάλο πατριάρχη Ἰακώβ» (βλ. Γεν. κη´ 12). Σε μια ομιλία του για την Είσοδο στα Άγια των Αγίων της Πανυπεράγνης Δέσποινάς μας Θεοτόκου την χαρακτηρίζει σαν καρποφόρο δέντρο το οποίο ετοιμάζεται να δώσει καλόν καρπό: Ἐάν τό δένδρο ἀναγνωρίζεται ἀπό τόν καρπό, καί τό καλό δένδρο παράγει ἐπίσης καλόν καρπό (Ματθ. 7, 16. Λουκ. 6, 44), ἡ μητέρα τῆς αὐτοαγαθότητος, ἡ γεννήτρια τῆς ἀΐδιας καλλονῆς, πῶς δέν θά ὑπερεῖχε ἀσυγκρίτως κατά τήν καλοκαγαθία ἀπό κάθε ἀγαθό ἐγκόσμιο καί ὑπερκόσμιο; Διότι ἡ δύναμις πού ἐκαλλιέργησε τά πάντα, ἡ συναΐδια καί ἀπαράλλακτη εἰκών τῆς ἀγαθότητος, ὁ προαιώνιος καί ὑπερούσιος καί ὑπεράγαθος Λόγος, ἀπό ἀνέκφραστη φιλανθρωπία κι᾽ εὐσπλαγχνία γιά χάρι μας ἠθέλησε νά περιβληθῆ τήν ἰδική μας εἰκόνα, γιά νά ἀνακαλέση τήν φύσι πού εἶχε συρθῆ κάτω στούς μυχούς τοῦ ἅδη καί νά τήν ἀνακαινίση, διότι εἶχε παλαιωθῆ, καί νά τήν ἀναβιβάση πρός τό ὑπερουράνιο ὕψος τῆς βασιλείας καί θεότητός του. Γιά νά ἑνωθῆ λοιπόν μέ αὐτήν καθ᾽ ὑπόσταση, ἐπειδή ἐχρειαζόταν σαρκικό πρόσλημα καί σάρκα νέα συγχρόνως καί ἰδική μας, ὥστε νά μᾶς ἀνανεώση ἀπό ἐμᾶς τούς ἴδιους, ἐπί πλέον δέ ἐχρειαζόταν καί κυοφορία καί γέννα σάν τή δική μας, τροφή μετά τή γέννα καί κατάλληλη ἀγωγή, γινόμενος πρός χάριν μας καθ᾽ ὅλα σάν ἐμᾶς, εὑρίσκει γιά ὅλα πρέπουσα ὑπηρέτρια καί χορηγό ἀμόλυντης φύσεως ἀπό τόν ἑαυτό της αὐτήν τήν ἀειπάρθενη, ἡ ὁποία ὑμνεῖται ἀπό μᾶς καί τῆς ὁποίας σήμερα ἑορτάζομε τήν παράδοξη εἴσοδο στά ἅγια τῶν ἁγίων. Διότι αὐτήν προορίζει πρίν ἀπό τούς αἰῶνες ὁ Θεός γιά τή σωτηρία καί ἀποκατάσταση τοῦ γένους, καί τήν ἐκλέγει ἀνάμεσα ἀπό ὅλους, ὄχι ἁπλῶς τούς πολλούς, ἀλλά τούς ἀπό τούς αἰῶνες ἐκλεγμένους καί θαυμαστούς καί περιβοήτους γιά τήν εὐσέβεια καί σύνεσι, καθώς καί γιά τά κοινωφελῆ καί θεοφιλῆ συγχρόνως ἤθη καί λόγια καί ἔργα
Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, από τους βασικούς Πατέρες της θεομητορικής θεολογίας την χαρακτηρίζει “ όντως αγνή μετά τον Θεό και πάνω από όλους”.
Ο δε Άγιος Συμεών ο νέος θεολόγος την αποκαλεί “υπέραγνον και υπεράμωμον σε σχέση με μας και τους τότε ανθρώπους∙ ως πός τον Νυμφίον της και τον Πατέρα Εκείνου” την λέγει “άνθρωπον”.
Η Παναγία μας, όντως άνθρωπος, ἦταν ἀπαλλαγμένη ἀπὸ κάθε κακία μας περιγράφει ο Νικόλαος Καβάσιλας: τὸ ὅτι εἶχε εἰσέλθει στὸ ἁγιώτατο τμῆμα τοῦ Ναοῦ, τὰ Ἅγια των Ἁγίων ποὺ ἦσαν ἄβατα καὶ γιὰ τὸν Ἴδιο τὸν Ἀρχιερέα, ἂν προηγουμένως δὲν εἶχε καθαρισθῆ ἀπὸ κάθε ἁμαρτία, μὲ τὸν τρόπο βέβαια ποὺ ἦταν δυνατὸν νὰ καθαρίζωνται τότε οἱ ἁμαρτίες. Γιατί μὲ τὸ ὅτι δὲν εἶχε ἀνάγκη γιὰ ἐξιλαστήριες θυσίες καὶ ἄλλους καθαρισμοὺς ἀπέδειξε ὅτι δὲν εἶχε τίποτε γιά νά καθαρίση. Καί δὲν εἰσῆλθε ἁπλῶς στὰ Ἅγια των Ἁγίων μὲ αὐτὸν τὸν τὸσο παράδοξο τρόπο, ἀλλὰ καὶ κατοίκησε ἐκεῖ ἀπὸ βρέφος μέχρι τὴν νεανική της ἡλικία. Δὲν ὑπῆρξε ἔτσι ἀνάγκη γιὰ καθαρτήριες θυσίες οὔτε κατὰ τὴ γέννηση οὔτε κατὰ τὴν ἀνάπτυξή της. Καὶ τὸ ἐκπληκτικὸ εἶναι ὅτι καὶ στοὺς ἀνθρώπους ποὺ ζοῦσαν ἐκεῖνα τά χρόνια δὲν φαινόταν νὰ ἀντιβαίνη σὲ κανέναν ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς θεσμοὺς αὐτό τό πρᾶγμα, τό νὰ φρίττη δηλαδὴ καὶ νὰ τρέμη ὁ Ἀρχιερεὺς νὰ διασχίση τὴν εἴσοδο, κι αὐτὸ μιὰ φορά τό χρὸνο καὶ χωρὶς νὰ ἔχη παραλείψει τὶς ἐξιλαστήριες θυσίες, ἡ δὲ Παρθένος νὰ χρησιμοποιῆ τά Ἅγια τῶν Ἁγίων σὰν κατοικία Της καὶ νὰ τρώγη καὶ νὰ κοιμᾶται καὶ νὰ περνᾶ ἐκεῖ ὁλόκληρη τὴ ζωή Της. Συμμετεῖχε λοιπὸν ἡ Παρθένος στὰ ἀνθρώπινα, ἀλλὰ κατὰ ἕναν τρόπο ἀνώτερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, ἀφοῦ τά ἀναγκαῖα γιὰ τὴν τροφή Της δὲν εἶχε ἀνάγκη νὰ τῆς τὰ προσφέρουν ἄνθρωποι, ἀλλὰ Ἄγγελος ἑτοίμαζε τὸ τραπέζι Της. Ἀποδεικνύεται λοιπόν τό πὸσο ἦταν ἀνώτερη ἀπὸ κάθε ψόγο καὶ καθαρώτερη ἀπὸ τὸ νὰ χρειάζεται τὶς καθαρτήριες τελετές τοῦ νόμου, πρᾶγμα ποὺ ἦταν φανερὸ στὰ μάτια ὄχι μόνο Ἐκείνου ποὺ βλέπει τά κρυφά, ἀλλὰ καὶ τῶν ἀνθρώπων. Τόσο ἡ ἀρετὴ Της ἦταν μεγάλη καὶ λαμπρή, ὥστε νὰ εἶναι ἀδύνατον νὰ μείνη κρυμμένη. Καὶ μολονότι ἡ ἡλικία Της καὶ τὸ γένος Της καὶ ἡ ζωή Της δὲν μποροῦσαν νὰ διακηρύξουν τὴν ἀρετή Της, καὶ μάλιστα σὲ ἀνθρώπους ποὺ ἦσαν ἀκόμη τυφλοὶ καὶ βουτηγμένοι στὸ βαθὺ σκοτάδι -ἀφοῦ ὁ Ἥλιος της δικαιοσύνης δὲν εἶχε ἀκόμη φανῆ- τίποτε δὲν ἐμπόδιζε τό φῶς ἐκεῖνο τῆς Παρθένου νὰ λάμψη καὶ τὸ κάλλος τῆς ψυχῆς Της νὰ κάμη, ξεπερνώντας ὅλα τα ἐμπόδια, αἰσθητὴ στοὺς τυφλοὺς τὴν ἀκτίνα ποὺ εἶχε φθάσει στὴ γῆ. Τὸ ὅτι πάλι κατοίκησε στὸν ἂβατο ἐκεῖνο χῶρο δὲν εἶναι κάτι ποὺ τιμᾶ τὴν Παρθένο, ἀλλὰ μᾶλλον ἐκεῖνο τό χῶρο. Ὅπως ἀκριβῶς καὶ τὸ παλαιὸ Πάσχα τιμᾶται ἀπὸ τὴν προσθήκη τῆς σφαγῆς ἐκείνης ποὺ συμβόλιζε, καὶ τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου ἀπὸ τὸ πνευματικὸ βάπτισμα καὶ τὰ ὑπόλοιπα σύμβολα ἀπὸ τὶς ἀληθινὲς πραγματικότητες. Γιατί, ἂν ἄλλα σύμβολα συμβόλιζαν καὶ ὁδηγοῦσαν σὲ ἄλλες πραγματικότητες, τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων ὁδηγοῦσαν ἀσφαλῶς στὴν παναγία Παρθένο. Τὸ γεγονὸς πράγματι ὅτι ἡ εἴσοδος στὰ Ἅγια των Ἁγίων ἐπιτρεπόταν μόνο στὸν Ἀρχιερέα κι αὐτὸ μιὰ φορά τό χρὸνο κι ἐνῶ εἶχε προηγουμένως καθαρισθῆ ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες, ὑποδηλοῦσε τὴν μυστηριώδη κυοφορία τῆς Παρθένου, ποὺ ἔφερε μέσα Της τὸ μόνον ἀναμάρτητο, Ἐκεῖνον ποὺ μὲ μιὰ μόνη ἱερουργία καὶ μιὰ φορὰ μέσα στοὺς αἰῶνες ἐξάλειψε ὅλη τὴν ἁμαρτία. Καὶ τὸ ὅτι πάλι τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων ἦσαν ἄβατα σὲ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν πιὸ ἱερὸ ἀπὸ ὅλους, ἦταν σημεῖο ποὺ φανέρωνε πὼς ἡ μακαρία Παρθένος οὐδέποτε ἔφερε στὴν ψυχὴ Της κάτι ποὺ νὰ μὴν ἦταν ἐξ ὁλοκλήρου ἅγιο. Ἦταν δὲ τόσο πολὺ σεβαστὸς ὁ ναός, ἀκριβῶς ἐπειδὴ ἐπρόκειτο νὰ δεχθῆ μέσα του Ἐκείνη, ἀφοῦ τίποτε ἄλλο ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ὑπῆρχαν μέσα του δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ τοῦ δώση αὐτὴ τὴ μεγαλειώδη σεμνότητα.
Στην εικονογράφηση του γεγονότος των Εισοδίων της Θεοτόκου, βλέπουμε, στο κέντρο την Παναγία σαν μικρό τριετές κοράσιον, που όμως έχει όλη την ιερότητα της μέλλουσας Μητέρας του Θεού. Ο ιερέας Ζαχαρίας ο μετέπειτα πατέρας του Προδρόμου, έχει ακουμπήσει ευλαβικά και στοργικά το χέρι του επάνω στην κεφαλή της. Την ευλογεί και την υποδέχεται στα άγια των αγίων, φορώντας ενδύματα λειτουργικά και διακριτικό της ιερωσύνης στην κεφαλή του. Η Παναγία στέκει με ιερή σιγή απέναντί του έχει τα χέρια της σε στάση ευλαβική και συγχρόνως κινητική απέναντί του, που δηλώνει την προθυμία και την χαρά της προσελεύσεώς της στον Ναό του Κυρίου. Αυτό είναι το σχέδιο και το θέλημα του Θεού και η προαιώνια βουλή του για την σωτηρία των ανθρώπων.
Το ίδιο ευλαβικά και με ιερή συγκίνηση εικονίζονται και οι γέροντες γονείς της Ιωακείμ και Άννα. Την παραδίδουν στα χέρια του Ζαχαρία με μια κίνηση πολύ εκφραστική, που δηλώνει την προθυμία τους να εκπληρώσουν την υπόσχεσή τους στο Θεό και να του αφιερώσουν το μονάκριβο παιδί τους, που το απέκτησαν μετά από πολλών χρόνων προσευχή και νηστεία και σε γήρας προχωρημένο. Όμως η αγάπη στο Θεό επισκιάζει τα σπλάχνα της στοργής της ανθρώπινης φύσης. Έχουν στραμμένα τα βλέμματά τους στην παιδίσκη τους Μαρία, προσέχοντάς την με πολύ συγκίνηση. .
Πίσω τους βλέπουμε πολλές νεάνιδες, να κρατούν λαμπάδες αναμμένες και να προπέμπουν την Παναγία οδηγώντας την στο Ιερό, όπου έμεινε σαν περιστερά ηγιασμένη και έγινε η λαμπάδα του Θεού, η κατοικία Του, ο ναός Του, το θυσιαστήριο και η λατρεία η ζώσα και καθαρά.
«Ο καθαρώτατος Ναός του Σωτήρος, η πολυτίμητος παστάς και Παρθένος, το ιερόν θησαύρισμα της δόξης του Θεού, σήμερον εισάγεται, εν τω οίκω Κυρίου, την χάριν συνεισάγουσα, την εν Πνεύματι Θείω˙ ην ανυμνούσιν Άγγελοι Θεού˙ Αύτη υπάρχει σκηνή επουράνιος».
Η είσοδος της Θεοτόκου στο Ναό είναι το προοίμιο της εύνοιας του Θεού στους ανθρώπους, η προαγγελία του Χριστού και η πραγματοποίηση του σχεδίου της θείας οικονομίας για την σωτηρία του κόσμου.
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
Εις όλην την Χριστιανοσύνη
μία είναι μόνη Παναγία, αγνή:
Κόρη παιδίσκη, Αγία των Αγίων,
χωρίς Χριστόν παιδί στα χέρια
και τρεφομένη με αγγέλων άρτον.
Κι εσύ, ίσως μόνη συ, η Παναγία η Κουνίστρα,
η Κουνίστρα συ·
εφανερώθη στης Σκιάθου το νησί,
εις δένδρον πεύκου επάνω καθισμένη
κι εκινείτο από αιώραν τερπνήν,
όπως αι κορασίδες συνηθίζουν,
κι εμπρός της έκαιεν ακοίμητος κανδήλα.
Κι εφανερώθη, κι όλος ο λαός
μετά θυμιαμάτων και λαμπάδων
εν θεία λιτανεία την προέπεμψε,
κι εκτίσθη τότε ωραίος ναΐσκος λευκός
με μάρμαρα, κι εστολίσθη με πιατάκια,
ωραία ελληνικά πιατάκια, του έθνους του εκλεκτού
κι όλος ο ήλιος έλαμπε τον ναόν της
κι όλα τα αστέρια την εφεγγοβόλουν
και η σελήνη την έλαμπε γλυκά.
Κι είδεν η Κόρη του λαού την πίστιν,
είδε και την πτωχείαν κι εσπλαχνίσθη,
όπως το πάλαι ο Υιός της τους είχε σπλαχνισθή,
ως πρόβατα μη έχοντα ποιμένα.
Κι ήρχισε να γιατρεύει τους αρρώστους,
ιάτρευσε και τους δαιμονισμένους,
που εταράττοντο φοβερά, άμα επλησίαζον αυτήν.
Εις δύο χονδρούς κρίκους, εις τον τοίχον εμπηγμένους,
τους έδεναν με αλυσσίδες διπλές.
Και έφευγαν τα δαιμόνια με τρόμον
στην χάριν της πανάγνου Κόρης
με την νηστείαν και την προσευχήν.
Κι ένα δαιμόνιον πείσμον, οργίλον,
καθώς εφυγαδεύθη με κρότον πολύν,
έσπασε δυο κυπαρισσιών τας κορυφάς,
έξω του ναού, επειδή δεν είχε παραχώρησιν
να κάμει άλλο μεγαλείτερον κακόν.
Η χάρις σου, του ιερού σου η ειρήνη,
ω Παναγία, Κουνίστρα μου καλή,
αυτή να διανέμει την γαλήνη*
εις την ψυχή μου την αμαρτωλή.
* (Σημ. του Παπαδιαμάντη): Η έκφρασις εδανείσθη εκ του τελευταίου τροπαρίου του εις τα Εισόδια Κανόνος (ήχος δ΄), ου η αρχή: "διανέμοις των χαρισμάτων την σην γαλήνην, Θεοτόκε, τη ψυχή μου...".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου